Οικολογία και Ευχαριστιακή χρήση του κόσμου

Με τέτοιο πνεύμα, ο άνθρωπος αισθάνεται μέσα στον κόσμο, ότι βρίσκεται μέσα στην δημιουργική αγάπη του Θεού.

Η υπερβολική μόλυνση του περιβάλλοντος και η αλόγιστη χρήση του φυσικού κόσμου από τον σύγχρονο άνθρωπο, έχει μεταβάλει την οικολογία από άγνωστο σε πολλούς κλάδο της βιολογικής επιστήμης σε πασίγνωστο και θορυβώδες κίνημα διαμαρτυρίας. Σε μια φάση όπου τα υψηλά επίπεδα ρύπανσης και η επαπειλούμενη εξάντληση των πηγών του πλανήτη μας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της ανθρωπότητας, ευαίσθητοι άνθρωποι με ανεπτυγμένο αίσθημα κοινωνικοπολιτικής ευθύνης συνεγείρονται σε μια ύστατη προσπάθεια για τη σωτηρία της ζωής. Στις μέρες μας οι άνθρωποι αυτοί, οι «οικολόγοι» δεν ξεκινούν πάντα από τις ίδιες ιδεολογικές και πνευματικές αφετηρίες. Η οικολογία σαν παγκόσμιο κοινωνικοπολιτικό κίνημα αποτελεί μια έντονη διαμαρτυρία για τον άλογο, καταχρηστικό και απάνθρωπο τρόπο ζωής του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου, του «πολιτισμένου» ανθρώπου. Αποτελεί ανθρωπιστική ένσταση ενάντια σε μια μορφή πολιτισμού που στρέφεται σε τελική ανάλυση εναντίον του ανθρώπου. Οι πιο προωθημένοι οικολογικοί προβληματισμοί εντοπίζουν το πρόβλημα όχι τόσο στην κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος, όσο στον ίδιο τον άνθρωπο, στην εσωτερική του ακαταστασία και στην αλλοτριωμένη σχέση του με τον κόσμο. Ένας άνθρωπος αλλοτριωμένος, χωρίς εσωτερική γαλήνη και ισορροπία δεν είναι δυνατόν να έχει σωστές σχέσεις με την φύση. Ένας τέτοιος άνθρωπος θα βλέπει τα ζώα, τα φυτά και τα άλλα στοιχεία του φυσικού κόσμου με εχθρική και εκμεταλλευτική διάθεση.

Η ορθόδοξη πνευματικότητα βρίσκεται, κατά κάποιο τρόπο, αρκετά κοντά σε μια τέτοια προβληματική.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη συνείδηση ο πτωτικός άνθρωπος είναι ο υπεύθυνος της οικολογικής ανισορροπίας. Η πτώση του ανθρώπου, με την θεολογική έννοια του όρου, είναι η κύρια και πρωταρχική αιτία του οικολογικού προβλήματος. Ο άνθρωπος που βρίσκεται σε κατάσταση δυσαρμονίας με τον Δημιουργό Θεό, που είναι η πηγή της ζωής, βρίσκεται επίσης σε σχέση δυσαρμονίας με την φύση-κτίση. Επειδή η αποκοπή και αποξένωση από τον Θεό τον έχει διασπάσει εσωτερικά, βλέπει τον κόσμο όχι σαν συνεχές ενεργούμενο θαύμα και δωρεά του Θεού, αλλά σαν μια εχθρική αντικειμενικότητα που πρέπει να υποτάξει. Αυτό είναι το πραγματικό πνευματικό υπόβαθρο του σύγχρονου ανθρώπου στη σχέση του με την φύση, ένα πνευματικό υπόβαθρο που οδηγεί στην κατάχρηση των στοιχείων του κόσμου, στην κακή χρήση της τεχνολογίας και στην παγερή αδιαφορία για το μέλλον της ζωής.

Αντίθετα με τον πτωτικό άνθρωπο, ο άνθρωπος που ανορθώνεται κατά Χριστόν μέσα στην Εκκλησία, επανέρχεται στην προπτωτική σχέση αρμονίας με την κόσμο.

Ο άνθρωπος με το βάπτισμα καθίσταται «εν Χριστώ καινή κτίσις». Ο παλαιός άνθρωπος της πτώσης και της αμαρτίας εξαφανίζεται και ο νέος αναγεννημένος άνθρωπος εγκαινιάζει ένα τρόπο σχέσης με την φύση, σύμφωνα με τους νόμους και τους όρους της «καινής κτίσεως». Ήδη οι προφητικές επαγγελίες για την εσχατολογική μεσσιανική βασιλεία αναφέρονται με σαφήνεια σε μια πλήρη αποκατάσταση των αρμονικών σχέσεων του ανθρώπου με την φύση. Είναι χαρακτηριστικές οι γλαφυρές εικόνες από την παλαιοδιαθηκική προφητική παράδοση, όπου περιγράφονται τα άγρια θηρία σαν ειρηνικοί φίλοι και το μικρό παιδί να παίζει βάζοντας άφοβα το χέρι του στην φωλιά του φαρμακερού φιδιού. Αυτή η κατάσταση, προπτωτική είτε υπερπτωτική, φανερώνεται στη ζωή των αγίων. Είναι πασίγνωστα τα παραδείγματα των αγίων που συζούσαν ειρηνικά με άγρια ζώα, των λιονταριών που αρνήθηκαν να κατασπαράξουν τους μάρτυρες στα ρωμαϊκά αμφιθέατρα, του αγίου Ισαάκ του Σύρου που η καρδιά καιγόταν ακόμα και για τα όρνεα και για τα ερπετά. Με τον Χριστό ο άνθρωπος περνά από την δημιουργία στην εσχατολογική αναδημιουργία, όπου βασιλεύει άλλη ποιότητα ζωής. Γύρω από τον κατά Χριστόν άνθρωπο όλη η κτίση ποθεί να ελευθερωθεί από την τυραννία της φθοράς και να περάσει στην ελευθερία της δόξας των παιδιών του Θεού.

Η Εκκλησία αναγνωρίζει τον άνθρωπο σαν «κορωνίδα της δημιουργίας» και τον καλεί να λειτουργεί σαν «ιερέας της κτίσεως».

Οφείλει δηλαδή ο άνθρωπος, χωρίς να χάσει την κεντρική θέση που κατέχει μέσα στην κτίση, να θεωρεί όλα τα όντα σαν δημιουργήματα του ίδιου Θεού Πατέρα. Έτσι εγκαινιάζονται αδελφικές σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τα άλλα πλάσματα. Αυτή η αδελφοσύνη του ανθρώπου με τα πλάσματα επεκτείνεται ακόμα και στα άψυχα. Αναφέρουμε ενδεικτικά τον μεγάλο άγιο της δυτικής χριστιανοσύνης, τον Φραγκίσκο της Ασίζης, που αισθανόταν αδελφός του ηλίου, της σελήνης, της φωτιάς κ.λ.π.

Με τέτοιο πνεύμα, ο άνθρωπος αισθάνεται μέσα στον κόσμο, ότι βρίσκεται μέσα στην δημιουργική αγάπη του Θεού. Σκοπός του είναι να ανταποκριθεί σε αυτή την αγάπη, να πάρει τα στοιχεία του κόσμου και να τα προσκομίσει στον Θεό.

Η αναγωγή από τον άνθρωπο του κόσμου στον Θεό, έχει σαν αποτέλεσμα να πάρει ο άνθρωπος σαν αντίδωρο από τα χέρια του Θεού, τον κόσμο ευλογημένο και καθαγιασμένο. Αυτή είναι η ευχαριστιακή χρήση του κόσμου σύμφωνα με την σύγχρονη νεοπατερική θεολογία.

Άλλωστε τούτο συμβαίνει σε κάθε θεία λειτουργία. Το ψωμί και το κρασί, στοιχεία αντιπροσωπευτικά του κόσμου και των δυνατοτήτων του ανθρώπου, προσάγονται ευχαριστιακά στον Θεό και μετά τον καθαγιασμό τους προσφέρονται και πάλι στον άνθρωπο σαν σώμα και αίμα Χριστού για να πραγματωθεί η Θεία κοινωνία και να δοθεί στον καθένα η πρόγευση του κόσμου που εσχατολογικά θα μεταμορφωθεί εν Χριστώ.

Οικολογία και Ευχαριστιακή χρήση του κόσμου – Αρχιμ. Δοσίθεος Καστόρης

(Visited 446 times, 1 visits today)

Σχετικές δημοσιεύσεις